Τρίτη 22 Μαρτίου 2022

Life Writing ψυχοθεραπευτικές ανοικτές συνεδρίες ∞G Ευλαμπίας για ανεμβολίαστους, εμβολιασμένους, μελαγχολικούς

--"Σήμερα, φίλοι και φίλες μου πιστοί και αγαπημένοι, θα μας μιλήσει η Νίνα για αστεία περιστατικά της ζωής της. Νίνα, σε ακούμε."

-"Καλησπέρα σε όλα τα τετράποδα, στον Ίγκελ -Ευλαμπία, πάρ' τον απ' τα πόδια μου, αααααααααααα, θα λιποθυμήσω-, στους διοργανωτές και στην κυρία Μπία με τους χαλβάδες της. Θα σας μιλήσω για δύο προσωπικά μου βιώματα της προηγούμενης χιλιετίας και θα σας παρακαλέσω να συγκεντρωθείτε και να αφήσετε την ιστορία να σας μεταφέρει χαλαρά στο παρελθόν μου."

-"Υπόκρουση, μουσική υπόκρουση, μην ξεχνιόμαστε."

-"Να μου το λες πότε τη θες, Ευλαμπία, συνθέτης είμαι, δεν ξέρω την πλοκή."

-"Ούτε εγώ. Άρτελ είμαστε, η ομήγυρη θα σε εμπνέει."

-"🎵"

-"Λοιπόν... Φαντασθείτε ένα παλιό σπίτι σε χωριό, μια παρέα Ελλήνων και άλλους τόσους ξένους, Αυστριακούς, που κάθονται σε ένα μεγάλο τραπέζι στην αυλή. Στο τραπέζι έχουμε καλέσει και έναν μακρινό συγγενή, δευτερανήψι της γιαγιάς μου, περίπου 85 τότε και μια χαρά, ο οποίος μας ανακάλυψε εκείνο το καλοκαίρι και μας υιοθέτησε, ανήψια του μας ανέβαζε, ανήψια του μας κατέβαζε, μας έλεγε για το ένδοξο γένος του -και της γιαγιάς μου-, ότι κατάγονται από έναν από τους επτά ή εννιά, δεν θυμάμαι, στρατηγούς που ήλθαν στην Κρήτη με τον Νικηφόρο Φωκά, μετά μας εξηγούσε αναλυτικά τα των βοτάνων, δεν είχε αφήσει βότανο για βότανο στις εξοχές της Κρήτης, μας έλεγε να πετάξουμε από τα ντουλάπια μας τη ρίγανη και να τα γεμίσουμε με θυμάρι, πανάκεια το θυμάρι, βοηθάει και το ερωτικό, έλεγε, διεγερτικό το θυμάρι, λοιπόν, κρατιόμασταν να μην τον ρωτήσουμε αν το δοκίμασε, και όλο τέτοια, α!, επίσης για τον γενναίο μακεδονομάχο πατέρα του που έφυγε να πολεμήσει και τον άφησε ορφανό και φτωχό στην καημένη μητριά, αυτό ήταν το δικό μας συμπέρασμα, μας άρεσε ο θείος Άγης, πανηγύρι για πανηγύρι δεν άφηνε, μας κουβαλούσε κι εμάς, δηλαδή αυτός μας ξεσήκωνε και τον πηγαίναμε με το αυτοκίνητο..."

-"🎵"

-"...είχε από δίπλα τον ξένο φίλο μας να τον φωτογραφίζει στο πανηγύρι αγκαλιά με έναν γραφικό ηλικιωμένο που είχε κρεμάσει πάνω του όλα τα παράσημα της οικουμένης - παρτιζάνος ήτανε, αξιωματικός ήτανε, κατά φαντασία ή αληθινός, θα σας γελάσω-, πήγαμε και για στάκα και παϊδάκια σε μια μονοτροπική ταβέρνα που μόνο αυτά σερβίριζε, και οι φίλοι μας έπεσαν με τα μούτρα στη στάκα και μετά δεν κατέβαινε τίποτα και αναρωτιόντουσαν τι πάθανε, και όλο τέτοια."

-"🎵"

-"Ο θείος Άγης, λοιπόν, πολύ μας πήγαινε και σε εκείνο το τραπέζι άρχισε πάλι τις ίδιες ιστορίες του κι εμείς να μεταφράζουμε, ώσπου μια στιγμή βγαίνει ο αδελφός μου στην αυλή, πάει και στέκεται πίσω του και σηκώνει ψηλά ένα χαρτόνι για να το δουν οι υπόλοιποι. Οι φίλοι μας κοιτούσαν το χαρτόνι με χαμογελαστή απορία, εμένα με έπιασε νευρικό γέλιο και ο Ξάντι κοκκίνισε σαν ντομάτα όπως όταν σφιγγόταν από τα γέλια ή από το κλάμα που δεν του έβγαιναν, και έμεινε σύξυλος."

-"🎵"

 -Το χαρτόνι έγραφε γερμανιστί, για να καταλάβουν οι φίλοι μας, μια λέξη με κεφαλαία: HUNDERT."

-"Hundert?"

-"Hundert. Εκατό φορές μας τα είπες, θείε, εκατό φορές τα ακούσαμε, εκατό φορές, τα ίδια και τα ίδια. "

.............

-"Τι γίνεται; Γιατί σταμάτησαν;"

-"Άσε μας, μωρέ Ανδρονίκη, με τον κοριό σου. Στο καλύτερο μας έκοψε."

-"Σταμάτα, προπέτα Πολυάννα. Μια χαρά δουλεύει ο κοριός. Δεν ακούς κιόλας. Ο μουσικός ξεράθηκε στο γέλιο και προφανώς κυλιέται στο πάτωμα, η λουλού μπουρδουκλώθηκε μαζί του και τσιρίζει, το γατοσκυλολόι βρυχάται και τα έκανε γης μαδιάμ, Μπία, Ευλαμπία, Νίνα τρώνε τον χαλβά, ακούω τις μασέλες τους."

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ