Σάββατο 28 Οκτωβρίου 2017

Τον αιώνα που ξύπνησε ο πηλός

"Ο κ. ΠΡΟΕΔΡΟΣ γύρισε με τον Οδυσσέα στο σπίτι. Τ' απόγευμα αγανακτισμένος διηγούνταν στις δυο κόρες του τι συνέβηκε:
-Με κατηγόρησε, αντί να μου ευχηθεί, ότι βαδίζω για τα εκατό αμετανόητος! Συνεργάστηκα, λέει, με το Χίτλερ για το Ολοκαύτωμα των Εβραίων, επειδή -άκουσον άκουσον!- μια μέρα του πρόσφερα καφέ! Του Χίτλερ; Μα πότε, παιδί μου; Πότε είχα εγώ επαφή με το Χίτλερ και δεν το πήρα χαμπάρι; Ως εκείνη τη στιγμή μου μιλούσε ήρεμα. Μου απάντησε λοιπόν ότι δεν έχει πολλή σημασία αν δεν ήταν ο ίδιος ο Χίτλερ. Αυτό είναι μια λεπτομέρεια, λέει! Ακούσατε; Λεπτομέρεια! Συμφώνησε δηλαδή ότι δε γνωρίζαμε τότε για τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, αλλά το ουσιώδες είναι πώς νιώθουμε τώρα. 'Εσύ δηλαδή' μου λέει 'δε νιώθεις καμιά ενοχή; Δε μετανιώνεις;'. 'Όχι, παιδί μου' του λέω 'για τι πράγμα να μετανιώνω;'. Τότε λοιπόν έγινε έξω φρενών. Όρμησε πάνω μου και δεν ξέρω πού θα 'φτανε, ίσως και να 'πλωνε χέρι, αν δεν τον συγκρατούσε ο Οδυσσέας. Είναι απίστευτο τι σχιζοφρενικά πράγματα έλεγε και τι μου καταμαρτυρούσε. Ξεμωράθηκα, λέει, και ξεχνάω τελείως το μέλλον! Μα, βρε χριστιανέ μου, το μέλλον θυμάται κανείς ή το παρελθόν; Ας κάνω το σταυρό μου! Είμαι εκατό χρονώ άνθρωπος και τέτοια παράλογα πράγματα πρώτη φορά τα μιλώ! Αν σας πω και το άλλο, θα σας σηκωθεί η τρίχα. Ούτε λίγο ούτε πολύ, με κατηγόρησε για την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως!!! Πώς δηλαδή; Διότι, λέει, είμαι φιλάργυρος σαν τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, ο οποίος αν δεν ήταν φιλάργυρος δε θα παζάρευε το ποσό που του ζήτησε ο Μεγάλος Κανονιέρης, ώστε να μην αυτομολήσει ο άνθρωπος, με αποτέλεσμα να κατασκευάσει για λογαριασμό των απίστων το Μεγάλο Κανόνι που γκρέμισε τα τείχη. Τρελάθηκα! Έκανα μια τελευταία προσπάθεια να τον συνεφέρω με την απλή γλώσσα της λογικής και τον ερωτώ: 'Για ποιον ομιλείς, παιδί μου; Για μένα ή για τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο;' 'Αυτή τη στιγμή ομιλώ για σένα'. 'Και τι φταίω εγώ για κάτι που έγινε πριν εξακόσια χρόνια;' Έξαλλος με ρωτά: 'Εξακολουθείς να είσαι τσιγκούνης, ναι ή όχι;' 'Ας το παραδεχτώ' του απαντώ για να δω πού θέλει να καταλήξει. 'Δεν έχω να σου πω τίποτ' άλλο' μου λέει. 'Κάτσε εδώ μέσα να το σκεφτείς μοναχός σου!' Και μας έκλεισε την πόρτα κατάμουτρα, αφήνοντάς με αβοήθητο". 

(Καλιότσος, Παντελής: Τον αιώνα που ξύπνησε ο πηλός. Μυθιστόρημα. Αθήνα: Πατάκης, 1998, σσ. 58-59)